Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Ο ιδίος

Τι του βρίσκεις; και δεν μιλώ για την εμφάνιση! είναι ηλίου φανερότερο πως ελκύει πλήθη, μέλι. Είναι αυτά που δεν βλέπει ουδείς, ούτε ο ήλιος και όλα αυτά που θα ήθελα να πω, αλλά τα κρατώ για μένα. Έχει δοξαστεί και καταζητηθεί από πληθώρα κοινού και όμως η δόση της τρέλας του ισορρόπησε αντίκρυ στην δικιά σου. Μα απορώ! τι του βρίσκεις; δεν βαρέθηκες τα ωραία μάτια; χρώμα! Είναι το ασπρόμαυρο που χαμογελά, στο δικό του φόντο και εγώ μια ζωή αυτό επέλεγα, διακριτικό.
Είναι που δίνει με μέτρο το φιλί, που η μυρωδιά του μένει σαν δεύτερο δέρμα, σε γνώριμο υγρό περιβάλλον.
Είναι που πρέπει να γράψεις λόγια για να σου χαρίσει το χάδι και δεν θα είναι φειδωλός τότε, δεν θα επιτρέψει την ψευδαίσθηση του ονείρου, αλλά θα σε επικηρύξει, ώστε όταν βρεθείς εμπρός του δεν θα έχεις διέξοδο, μονάχα μια πορεία, δίκαιη και ισάξια του εαυτού σου.
Τι του βρίσκεις; ακόμη αναρωτιέσαι; εγώ το θεώρησα μυστήριο εξαρχής και δεν σκάλισα το περίβλημα. Είδα καρδιά στην ψυχή του και δέχτηκα την αγκαλιά του σαν ευχή του ιδίου.

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

Σπίθα

Φωτιά πάνω σε σπίρτο, δεν το έχει κάψει, φλερτάρει με την υφή του, σκέφτεται πως θα γίνει και δεν ξέρει αν θα της αρέσει η μυρωδιά, ο καπνός της.
Ματιές κοφτές, χαμογέλασε και λύγισε για ένα χειροφίλημα. Γλυκό πιοτό και στάχτη γέμιζε ξανά τα ποτήρια, όσο οι δυο τους αντιστέκονταν στην αλήθεια. Εχθροί χρόνια, ο ένας να ξαπλώνει σε ένα χάρτινο κουτί, ο άλλος να δεσμεύεται από πλαστικά και υγρά. Πυρ! τυλίχτηκε γύρω του και κάηκαν μαζί, δίνοντας οξυγόνο για να την βλέπει να θεριεύει.
Κυρίαρχο στοιχείο ο αέρας σκορπά το μαύρο κι ας ήθελε κάτι να αφήσει στα χέρια. Ήταν όπως το περιέγραφαν ή πιο έντονο, πιο λίγο από όσο θα ήθελε το σκοτάδι για να φωτιστεί.
Ένα δωμάτιο παραδομένο στις φλόγες, με τα φώτα σβηστά για να αντιδρά μόνο στον ήχο της φωνής σου.
Σε αργή κίνηση το λίκνισμα και διήρκησε παραπάνω από ένα φιλί, άντεξε περισσότερο από έναν χρόνο.
Κράτα χείλη υγρά και θα σβήνω κάθε φορά πάνω τους, θα αισθάνεσαι την ζεστασιά της, μα όχι την φλόγα της.

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Η αλήθεια που γίνεται ψέμα, επειδή δεν αποκαλύφθηκε, δεν λέχθηκε ποτέ. Κύκλοι σε πάτωμα που τρίζει, καρδιές που απομονώθηκαν σαν φύλλα δέντρου, που σκόρπισαν στο πρωτοβρόχι. Ήξερες την διαδρομή και όλες τις ενοχές να κρύψεις. Ένας φυλακισμένος και ένας αμαρτωλός τι ελπίδες έχουν;
Πέτρες σε χέρια, που βότσαλα γίνονται σαν τα ρίξεις με δύναμη σε βυθό αλμυρό και ξένο. Κύματα με πατέντα σε ίδια ακτή σχηματίζουν τείχη από όσα φοβόσουν να αντικρίσεις. Ένα δαχτυλίδι και ένα φιλί τι τύχη μπορεί να είχαν;
Στις σκέψεις που τριγυρνούν κάθε βράδυ στο προσκέφαλο βάζω την σιωπή σου για επίλογο. Ηθελημένα ή μη σφάλισαν τα μάτια και οι ψυχές.

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Ημερολόγιο

Ένα φιλί με την γεύση από τον καπνό σου, έντονο κι ας έχουν περάσει μέρες. Εθιστικό; έτσι μοιάζει η θέα από το μπαλκόνι, σύννεφα που θα ήθελαν να απλωθούν πάνω από την θάλασσα και να την αγκαλιάσουν. Ξεχωρίζεις ακόμη τις ματιές με νόημα;
Ένα πρωινό όπως τα υπόλοιπα, λίγο πιο μεθυστικό, λίγο πιο αποξενωμένο από κόσμο γνώριμο και αγκαλιές.
Κατηφόριζα έναν λόφο άμμου για να φτάσω στα μέρη σου, ανάπνεες άνθρακα για να πλησιάσεις. Ξέρω τι θα πεις και έμεινα στην περιγραφή των χειλιών σου. Ξεχωρίζουν οι μορφές από τα ξωτικά, ξεπέφτουν οι φαντασιόπληκτοι, όχι ο μελλοθάνατος.
Ένα φιλί με την γεύση του καπνού, εναπομείναν πόθος που γεύομαι στο τέλος της μέρας.

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

Θέλω μια δικαιολογία την ψυχή μου να σβήσω και να την ζωγραφίσω. Πάνω σε καμβά ουρανού, να αλλάζει σχήμα, μορφή. Μια ο ήλιος, μια το μισοφέγγαρο. Μια να με ψάχνεις σε δύση, μια σε ανατολή, αλλά εγώ απλά να είμαι ο ορίζοντας που δεν κοίταζες. Δεν είναι εκεί, η αφορμή που θα απαντάει στο "γιατί". Χρειαζόμουν μια κόλλα αναφοράς  για να εξηγηθώ. Απορία καμιά. Όνειρο αφημένο στο ένα τέταρτο του μυαλού, να περιπλέκει και να ομορφαίνει την βραδιά σου ξωτικό.
Εγώ ήμουν μόνη, να ψάχνω, να αναζητώ και ό,τι βρήκα άνηκε πιο πέρα από τον ορίζοντα, πάνω σε εκείνο το πλοίο που όλο κι απομακρυνόταν από στεριά και πολιτισμό.
Μπορώ να έχω μια δικαιολογία την ψυχή μου να σβήσω και όπου θέλω να την χαρίσω;

Μην ξεχνιέσαι, να συλλογάσαι, πως το δάκρυ σε κάνει και μιλάς!

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Ένας κόσμος που σε φοβίζει και σου κόβει αέρα, μα να ήξερες τι ανασκαλίζω σε νου και δυο φορές την ψυχή μου δώρισα σε άλλο σώμα, να έχει να λαμβάνει ζωές και ανάσες. Το τρομακτικότερο όλων το μαύρο, όχι στο ρούχο σου, μα στο δωμάτιο που έφτιαξε ο κόσμος, όχι εσύ.
Ένας κόσμος ξενικός και άτολμος σε κάθε τι που θέλησε να προβάλει από ουρανό και για αυτό εφευρέθει το φως το τεχνητό, λαμπτήρες πάσας μορφής και μαεστρίας, αλλά η φωτιά έμεινε απαράλλακτη, να μπορεί να καίει και να αποθαρρύνει το ίδιο, όπως κάθε πλάσμα που ξέρει πως έχει αχίλλειο φτέρνα.
Όταν κλείνεις τα μάτια σου να προσεύχεσαι, να γίνεσαι υπάκουος και μέρος του σκηνικού. Μην γυρνάς πλευρό, κοίταξέ με και πες πως μοιάζει το φιλί και αν ξεπέρασε την σκέψη σου.

Έχεις σκεφτεί αν έχεις χρόνο; αν θα προλάβεις; αν θα υπάρξει ευκαιρία; γιατί αυτό που θέλεις πραγματικά είναι να σου δοθεί η ευκαιρία, να ζήσεις, να προσπαθήσεις, να μην έχεις τον καημό. Περνά ήλιος και εύχεσαι για ένα φεγγάρι. Περνά σύννεφο και παρακαλάς για μια βροχή. Κόσμος μικρός στον πλανήτη σου, γιατί σταθεροποιήθηκες στον θάνατο και γυρνάς γύρω του ξεγελώντας τον, όσο κάνεις περιστροφές.
Έχεις συλλογιστεί πως είσαι τυχερός; πως ευλογήθηκες με δώρα; γιατί αυτό δεν ήθελες; να έχεις κάτι διαφορετικό από όλους; να έχεις βιογραφικό γκράντε και πιασάρικο για τους αδαείς.
Σε νοιάζει αν ο χρόνος σου στερεύει στην γυάλα σου; αν έχεις ψεγάδια που δεν φώτισες;
Υπακοή για τέλος, βλέμμα ζεστό και έντονο να αφήνονται ανάσες σε χέρια ζεστά, πρόλαβες!

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Διαλογή

Ξεχάστηκες και εδώ είχες μέρες να φανείς. Είχες μείνει μια φιγούρα, αλλά συνέχιζες να λες πως σου αρέσει το μαύρο, όχι το γκρι. Ξεκάθαρος όπως τόσες φορές.  Σου πήραν, σου έκλεψαν, άφησες να γίνει. Ίδιος και απαράλλακτος ακολούθησες μονάχος την μοίρα σου και στάθηκες μπρος στο φως λέγοντας πως προτιμάς το κόκκινο, όχι το ροζέ. Μεστή η γεύση, να μένει και δεν έφερες αντίρρηση στους δυο άντρες με τα γαλόνια έξω από την πόρτα μου. Δεν ήταν η σκιά σου όταν έλεγε " σε ξέρω;" για να προφυλάξει το παρελθόν.
Χείλη υγρά από τα μάτια φυλακισμένα δήλωσαν τι τους αρέσει πιο πολύ, το χρώμα του φωτός πάνω σου σε τόσο σκοτάδι.