Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Υπερτιμημένος Αστέρας

Κάθεσαι και χαζεύεις με τις ώρες, λες και θα σε δει, λες και θα σε καταλάβει. Κοιτάς και μετράς και το δευτερόλεπτο. Περνά η σκιά του και διαγράφεται η μορφή, κάτι πλασματικά φτιαγμένο και ξεθαρρεύεις, μέχρι να συνειδητοποιήσεις πως άλλο περίμενες. Να δεις μάτια, χέρια θερμά και να είναι, απλά να είναι.
Μελέτησες όπως όφειλες και έτοιμη η κόλλα για τις εξετάσεις. Το μολύβι πιασμένο στα δάχτυλά σου και έχεις πατήσει το κουμπί στο ρολόι, η κίνηση πια είναι του αντιπάλου, αλλά εκείνος σε πρόλαβε και ξέφυγε.
Σε πρόδωσαν τα κιάλια και οι σημειώσεις σου, του είχαν προφτάσει πως θα περιμένεις στην γωνιά σου να φανεί.
Πασατέμπο σε χάρτινο σακουλάκι και η αγωνία να κορυφώνεται, καθώς περνά και σου ανακοινώνουν, πως λάθος γίνηκε, ίσως κάποια άλλη στιγμή, σε άλλο θρανίο, να τύχει να συμπέσουν και οι πρέπουσες ματιές.
Σημείωσες ημερομηνία στο τετράδιο, μέτρησες τα αστέρια και συμπέρανες πως ήταν η σκέψη που θέλησε για λίγο να αποδράσει.

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Υποψία

Ο ουρανός γέμιζε χρώματα και εκείνη άδειαζε σκέψεις εμπρός σε γκρεμό και θάλασσα. Ματιές σε ορίζοντα που έκαιγαν πιο πολύ και από δαύτον. Όλο της το είναι ξεροσταλιάζει κάθε τέτοια ώρα και απαρνιέται την ύπαρξη της. Κάτι άλλο έπρεπε να ήταν, κάτι άλλο είναι και το μυαλό μοιάζει να ξέρει που την κατευθύνει, σώμα και ψυχή. Θα ξεχνά τα κλειδιά στο γλαστράκι, θα παίρνει τηλέφωνο για μια ακόμη μπύρα και θα κερνά σφηνάκια, μπας και καταφέρει να σε μεθύσει. Ο ουρανός έμοιαζε να μένει μονάχος και να βάζει πάνω του στολίδια ξένα και απόμακρα, μα το φεγγάρι παραμένει το μοναδικό του λαμπιόνι. Αντανακλά, έχει αυτή την τέχνη, να το κοιτά και να φέγγουν όνειρα και πρόσωπα που δεν θα απομακρυνθούν ποτέ από την αίσθησή της.
Σε φιλώ και σε χάνω, σε αγγίζω και ζω την θλίψη που φεύγει, σαν κύμα, μην ξεγελιέσαι.
Ο ουρανός γεμίζει φως και εκείνη έβγαζε από τις τσέπες της τα βότσαλα και ένα κάρο άμμο από τα σανδάλια της.
Θα το έλεγε τόσο δυνατά μέσα της, πως οι εικόνες δεν θα ξεθωριάσουν, πως το άρωμά του θα είναι ό,τι πιο ζωντανό στους αιώνες και ότι εφόσον ορκίστηκε μια φορά, τον όρκο της θα τον κρατά, έστω κι αν δεν θα συγχωρεθεί ποτέ, για χάρη του.
Δεν γνωρίζει, υποψιάζεται την θέρμη της φωτιάς. Ο ήλιος θα είναι πάντα στην θέση του και εκείνη θα τριγυρίζει σε ελλειπτική τροχιά, γιατί αυτό που ελκύει είναι η τεθλασμένη γραμμή που νόμιζε πως θα την άγγιζε.
Ο ουρανός αδειάζει και επαναφέρθηκαν οι σκέψεις εμπρός σε έναν γκρεμό γεμάτο θάλασσα.

Λαγνεία

Άναψε το τσιγάρο της και ξάπλωνε τον καπνό της στα χείλη του. Αδέξιες κινήσεις, τόσο αργές που δεν καταλάβαινε κανείς την διαφορά από ένα χορογραφημένο σκηνικό. Έλεγε φιλί και εκείνος ήδη ονειρευόταν χέρια πάνω σε κορμί. Βραδιά από εκείνες που θα είχες προμηθευτεί εισιτήριο από τις αρχές του δεσμού τους. Κοίταζε με λατρεία και εκείνη ήδη γευόταν τα λόγια του στην σκέψη της.
Άναβε το κερί και ξάπλωνε τις σταγόνες στο σώμα του. Υπάκουοι ακροατές και θεατές, που καταγράφουν σε όλη την διάρκεια της περιοδείας. Θα είναι οι πρώτοι που θα φέρουν τα πειστήρια στο βλέμμα τους και θα σου πουν με θαυμασμό " είναι άξιοι".
Έλεγε εκείνος φιλί και ήδη γευόταν τα χείλη της στον λαιμό του. Στιγμές από εκείνες, που θα είχες φυλάξει σε κάποιο γράμμα, σκονισμένο και κίτρινο πια από τον χρόνο. Κοίταζε με λατρεία και εκείνος ήδη είχε γίνει αναπόσπαστο κομμάτι ενός πάζλ που είχε φτιαχτεί και διαλυθεί τόσες φορές, όσα και τα κομμάτια του, γιατί αυτό είναι το ριζικό του.
Άναψε το τσιγάρο της και ξάπλωνε το κρασί του στα χείλη.

Τρίτη 16 Απριλίου 2013

Σχεδιάγραμμα

Το φιλί κλείδωνε στον λαιμό παλμό και έγερνε το κεφάλι προς την μεριά του. Κοβόταν η στιγμή και πάγωναν τα χέρια στο άγγιγμα. Εκπλήσσεσαι που βγαίνει ανάσα από την επόμενη κίνηση και εναποθέτεις πάνω σε σώμα την σκέψη. Το κενό κλειδώνεται για λίγο στον παλμό κάποιας άλλης ύπαρξης και νοθεύεις το αποτέλεσμα. Όλα αιωρούνται ή θα ήθελαν να είχαν αυτή την ιδιότητα. Πάλλεται ο χώρος από κάτι που μοιάζει χορογραφημένο ή θελκτικά πλανεμένο. Θα ακουμπήσει αν θελήσει απρόσιτο έδαφος και θα δημιουργηθούν σημεία επαφής και σύναξης.
Οι αισθήσεις δεν μαλώνουν, συνυπάρχουν και μοιάζουν να ηρεμούν σε χαοτική κατάσταση. Παράπονο, ουδέν, χάδι δωροδόκησε αγκαλιά και λύθηκε μέχρι και η σύρραξη των αφεντικών.
Άυλα πλάσματα που παίρνουν μορφή, αυτό είναι το φιλί.

Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Βολή

Τα μάτια της υπό σκιά δάκρυζαν, καθώς λησμονούσαν κόσμο και κοσμάκη. Μισό κορμί στην σκιά μιας καρυδιάς και το υπόλοιπο λιαστό, έτσι το 'χουμε στα μέρη μου. Μισός άνθρωπος τάχα μου ξεκουράζεται και ο υπόλοιπος έχει ερέθισμα την ζέστη, να θυμάται πως είναι το αίσθημα.
Μαντήλι γύρω από τον λαιμό της, πότε το μάζευε, πότε το άφηνε να γεμίζει λεκέδες από άλμη.
Προσπαθεί μέσα σε μισή ώρα να τα προλάβει όλα. Να μπουν σε τάξη, να ηχογραφήσει τις μουσικές της και όσα ήρθαν και όσα έφυγαν, να είναι χαλάλι τους. Μισή παρουσία εδώ και μισή κάπου που δεν προσδιορίζεται από τον καλλιτέχνη, μα από την φύση του.
Είναι  μοναχική αλήτισσα, ξέρει να μοιράζεται μόνο με τα μάτια, την σκέψη και να τριγυρνά στους αιθέρες.
Έπιασε σύννεφο, έριξε σχοινί και άφησε σε άλλους την υποχρέωση για άγκυρα.

Ιππότης

Ερχόμενος από φωτιά με δεκανίκια στους ώμους, περνά εμπρός μου και κοντοστέκεται.
Κοιτά διεξοδικά, να καταλάβει αν όντως γνωριζόμαστε ή αν απλά κάτι τον κρατά. Προερχόμενος από την δυναστεία του Πλούτωνα, δείχνει μόνο τα μάτια, όχι την φλόγα στην ψυχή. Είναι ζεστός ο καιρός, όχι η δύναμή του. Περιπλανώμενος από τους ανθρώπους, οδεύει προς την ανατολή, την πηγή των πάντων. Κι αν ξέρεις κι αν κάτι δεν σε κρατά, τον φιλάς στο μάγουλο και πας.
Να σου θυμίσω, γιατί σταμάτησε. Μύριζαν τα μαλλιά σου, είχες στα χείλη σου τραγούδι. Να σου υπενθυμίσω, γιατί συνέχισε. Είχε σκοπό, είχε φυγή.

Κυριακή 14 Απριλίου 2013

Συνταγή

Η ψυχή μου μετράει κύματα. Σε κάποιο θα φανεί. Διάφανο μπουκαλάκι, με πώμα φελλό και ένα λευκό σημάδι εντός. Καρτερεί κάποιο όμως να έρθει και να την πάρει, ίσως με τούτο καταφέρει και χαθεί, ίσως να την ξεράσει σε βράχια, όχι ακτή.
Της είπε ο γιατρός, ένα χάπι μπλε κι ένα άσπρο την ημέρα και εκείνη πίστεψε την θάλασσα για μπλε και τον ουρανό για τ'άσπρο.
Είναι που αναμένει, ειδάλλως ποιος να την καθυστερούσε!
Αυτό ήταν μικρό, τι δύναμη  να είχε! ξεψύχησε στον ωκεανό, εδώ που να χωρούσε!
Σε λίγο θα φανεί. Διάφανο κουτί, με κλειδωνιά χρυσή και ένα λευκό κλειδί εντός. Να λαχταρούσε να το κρατήσει, θα ήθελε, ίσως ειν' σε βάθη άγνωστα, ίσως καλυμμένο από άμμο.
Της είπε ο γιατρός, πως αυτά περνάνε με τον καιρό, μα θα αφήσουν χούι.
Στολίστηκε, περιποιήθηκε την κόμη της και κάθισε στην ακτή. Μετρά κύματα, μην ενοχλείς.
Σε κάθε ήχο τους σιωπά καημό και χτύπο.

Το ψάθινο

Μια μικρή βαλίτσα, από αυτές που τις κουβαλάς στα χέρια, δίχως ροδάκια. Πάντα την ρωτούσα "μα καλά, μόνο αυτή θα πάρεις;" και εκείνη θα μου απαντούσε " τι χρειάζομαι άλλο; αλίμονο αν εκεί που πάω δεν θα βρεθεί ένας άνθρωπος να μου προσφέρει ένα ποτήρι νερό". Δεν ήταν απαραίτητα τα ρούχα, ο καλλωπιστικός εξοπλισμός. Θα έβαζε τις κόλλες της και τα μολύβια της, τα σκίτσα της και την μουσική της. Η αλήθεια είναι, πως ήξερε πως θα ήμουν φορτωμένος σαν γαϊδούρι, γιατί θέλω την βολή μου και την ξεγνοιασιά μου.
Έβαλε το μεγάλο ψάθινο καπέλο, φόρεσε γυαλιά υπέροχα μαύρα και άφησε το αεράκι να την κατευθύνει στην παραλία.
Καθήμενη και περιτριγυρισμένη από άμμο, το μόνο πράγμα που θα την άκουγες να λέει, " ένα βότσαλο φέρε μου σε παρακαλώ", να ακουμπήσει πάνω στις κόλλες της, οι οποίες άλλοτε είχαν εσένα και πότε την νύχτα. Θα ζωγράφιζε μόνο την δύση, αν και εμπρός της στεκόταν με υπερένταση και την καλούσε να γίνει δικιά της.
"Να σας προσφέρω ένα δροσιστικό;", απίστευτο! νεαρός άνδρας στολισμένος με αλμύρα και θάλασσα να επιζητά την προσοχή της κυρίας.
"Ένα νερό, θα ήταν αρκετό, σας ευχαριστώ"
Αυτή η στιγμή ήταν ο απόλυτος λόγος  για να παρατείνει το ολιγόλεπτο διάλειμμα της ημέρας και να την οδηγήσει στην άκρη της ακτής.

Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

Πειρατής

Θολωμένος από την φουρτούνα, άφησες για λίγο την σκέψη σου και μπήκες παραμέσα στο δωμάτιο. Το καθιστικό είχε τζάκι, την μοναδική εστία στον χώρο κι όμως προχώρησες προς την μεριά της. Δεν σήκωσε το βλέμμα της, κρατούσε θολωμένα μάτια, να μην σπάσει η καρδιά της. Κόσμος και κοσμάκης στα περάσματά σου. Είχαν αλλάξει οι εποχές, είχε φθαρεί η σόλα στις μπότες σου, αλλά εκείνη το χρώμα σου έριχνε μέσα στο μελάνι και ξεχώριζε το αποτύπωμα στο χαρτί. Ήξερες τα λόγια, μα στα είχε προφτάσει εκείνη πρώτα με το γράμμα.
Ζητώ την χείρα σου για ευχή να λάβω και ως το πρωι θα έχω ξεκουραστεί δίπλα σε ζεστό κορμί, που θα παίρνει κύμα και θα φέρνει ένταση από γη.
Πιο πολύ, από όλα, μου έλειψες εσύ, γιατί οι μέρες περνούσαν, αλλά όχι η θύμησή σου.
Απλή, με ύφος που θα αγκάλιαζε και ένα ορφανό, έναν πειρατή του δρόμου και ένα αφεντικό.

Αλμύρα

Ένα τετράγωνο θα είμαι παρακάτω. Έτσι λέω κοιτάζοντάς σε και προχωρώ στην κατηφόρα.
Σου δικαιολογήθηκα εντάξει και πορεύομαι στο σκοτάδι του καλοκαιριού. Συνοπτική η νύχτα, αλλά όλες οι συζητήσεις τότε γίνονται. Προχωράς πάνω στα βότσαλα ή στις πέτρες; η βροχή άνοιξε τον δρόμο, λες και έτσι έπρεπε. Είμαι άξιος της μοίρας μου και των πράξεών μου, τις κεντώ με παρέα και τις φορώ σε περαστικούς. Βιολέτες  να μην ξεχάσω να σου αγοράσω. Έτσι μου λες, καθώς απομακρύνομαι από το έντονο χαμόγελό σου. Ξεκίνησα και κλέβω ανθούς από τα χωράφια, έχει μοτίβο η σκέψη και γνωρίζω πως θέλεις να μοσχοβολούν κήπο και εξοχή.
Είναι μακρύ το ταξίδι, κάπως πρέπει να αντέξω.Είναι βιαστικά τα βήματα, μα ανηφορίζουν τον κατήφορο. Είναι νωχελικές οι  κινήσεις, το πρόσωπό σου να αισθανθώ απόλυτα.
Αυτός που θα σου πει, πως δεν ξέρει, κράτα τον από κοντά, σίγουρα κάπου πάει.

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Τι κι αν είμαι ροκ!

Δεν αρέσουν οι ροκιές μου και όλο συνεχίζουν να μου λένε, πως αν δεν έχω οβολό, δεν θα περάσω στην αντίπερα όχθη. Πρέπει να επιμείνω και να βελτιώσω τον ρυθμό μου, την ένταση και την χροιά μου. Κόλλησα τον μαγνήτη, πάτησα την πεταλιά και άφησα να παίζει μόνη της.
Στάχτες πάνω της και χάθηκα στην μορφή της και όσα αφήνονται πάνω της να πλέουν.
Δεν αρέσουν οι πενιές μου και όλο συνεχίζουν να μου λένε, πως έτσι προκοπή δεν θα βρω μέχρι την αντίπερα όχθη. Ξάπλωσα μέσα στην βάρκα, σκεπάστηκα με το πανί και κράτησα το κουπί σφιχτά. Εγώ μόνο θα γυμνάζομαι και θα σταματώ για να γράψω, αυτό που πριν λίγο μουρμούριζα.
Πένα, έτσι την αποκαλούν και την είχα αλλιώς φανταστεί στο μυαλό μου, ψηλή, καμπύλες και θέρμη που δεν θα προερχόταν από τα χέρια μου, αλλά από την ίδια.
Το υλικό της, ξύλο, ξύλινη και η βάρκα. Μια φορά, την βρίσκω άτονη την ακτή, ψεύτικη την ανατολή, μα η σκέψη της ζωντανεύει τον Άδη.
Σε κοιτάζει από μακριά και ξέρει πως για εκεί ετοιμάζεσαι. Μελωδός και συγχωριανός.

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Αρετή



Πόσο ενάρετο θα ήταν να λες πως αγαπάς μόνο τον εαυτό σου! Αυτόν ξέρεις και εμπιστεύεσαι και θαυμάζεις.  Έχεις τις προδιαγραφές και τις αντοχές, να το λες και να δακρύζεις με καθρέφτη δίπλα σου.
Θέλω την βόλεψή μου, την γωνιά μου, με το ζεστό κάλυμμα για το χουχούλιασμα των σκέψεων. Λάσπη στα μπαλκόνια, δεν θα βγεις απόψε στα δρομάκια, είναι λευκό το νυχτικό σου και μαύρες οι πληγές, δεν θα ταιριάξουν.

Θα ήταν φιλάρεσκο να ομολογούσες πίστη σε θεό δικό σου, αλλά δεν κοιτάζει  τώρα, έχει αποκοιμηθεί και πιο το όφελος! Προετοίμασες λόγο και αιτιολογήθηκε η απουσία. Κόπιασες και σου αναγνωρίστηκε.

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

Ένδειξη

Θα είσαι δυνατή, θα στέκει το κεφάλι χαμηλά και δεν θα δει ουδείς δάκρυ. Θα πέφτει απευθείας στο χώμα σαν στάλα. Είμαι πάντα πίσω από όλους, παρατηρώ, δεν μιλώ. Μου έχουν κόψει την ανάσα τόσες φορές, που δεν θα είχα το κουράγιο να αιτιολογήσω τους άπιστους και τους δήθεν ικανούς.
Ένα τραγούδι παίζει πάντα, λες και το έχω κάνει συμφωνία, αν και εγώ δεν έχω ακούσματα άλλα πέρα από την φωνή σου.
Θα είσαι όπως πρέπει, θα στέκεις πέρα από την γραμμή και δεν θα σε δει ουδείς. Θα προσπερνούν, γιατί έβγαινες μια ζωή πρώτη στην αναφορά. Η θέση πιασμένη, έτσι λέω και πάει παραπέρα, όποιος τολμήσει να αντιμιλήσει.
Τα ακουστικά προδίδουν τι ακούω και κάποιος με σκουντά " είν' το αγαπημένο μου". Ίσα ίσα που κοιτάς λοξά και κοφτά, δεν θα πιάσουμε συζήτηση, σε δυο στάσεις κατεβαίνω, δεν γίνεται να συνεχιστεί η παρωδία.
Ερωτευμένη ως τα βαθιά γεράσματα, αυτό σκέφτεσαι. Θα ζηλεύεις, θα στεναχωριέσαι που ακόμη θα αποζητάς την παρουσία του κι ας απέχει η σκέψη δευτερόλεπτα από τον χρόνο.

Λιτά

Ο παράδεισος στα δυο βήματα και εσύ κάθεσαι πέντε μέτρα πιο 'κεί.
Να έχει άπλα η ματιά σου να χαζεύει. Εκεί είναι, δεν φεύγει συλλογιέσαι και ξεκινάς να συγκεντρώνεις βαθμούς και ποινές. Αν φερθώ έξυπνα και σωστά, σε καμιά δεκαπενταριά χρονάκια , θα είμαι ολοκληρωμένη προσωπικότητα, θα έχω σπουδάξει, θα έχω συνετιστεί και ίσως καταφέρω να παρουσιαστώ ευπρεπώς και δίχως αναστολές στην πύλη.
Η θάλασσα σε δυο ανάσες και εσύ κάθεσαι πέντε μέτρα από την ακτή.
Να έχει άπλα η σκέψη να τοποθετηθεί επί του θέματος και να έχει σκηνικό να απλώσει την πραμάτεια της και να αιτιολογηθεί.
Κάθε πράξη έχει και ένα αποτέλεσμα, κάθε αποτέλεσμα επιφέρει βαθμό δυσκολίας στην πραγμάτωσή του και αν βρεθεί μορφή που σου πει το αντίθετο, ίσα που προλαβαίνεις να σχολάσεις και να τρέξεις να τον σταματήσεις από το να σε μαρτυρήσει στους δασκάλους.
Στον σάκο είναι όλα μέσα, βαρίδια τα απομνημονεύματά σου και το κολατσιό, βασικό συστατικό για το προκείμενο.
Έχεις αράξει, έτσι λες, και φτιάχνεις ιστορίες για το ποιος είναι, όποιος καταφθάνει στα μέρη σου και πως την έπαθε την ζημιά.
Ξέρω πως ξέρεις, αλλά έλα και πες τα πορίσματα, τώρα που ακόμη έχει φεγγάρι και δεν θα αρνηθώ φιλί και ψυχή.

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Αισθήσεις γνώριμες

Ώρα ύπνου και σαν φρόνιμο παιδί θυμήθηκες άρωμα και την αίσθηση που σε κάλυπτε το φιλί. Κλέβεις, ρίχνεις ματιές, να δεις αν τυχόν κοιμήθηκα για να τρέξεις ως την κουζίνα. Θα ψάξεις για το βάζο με το γλυκό κουταλιού της γιαγιάς. Δεν είναι πως σου λείπει, είναι που έχει ετικέτα "μη", "είναι αργά". Θα επιστρέψεις, θα σε περιμένω με φως κεριών και θα σε τραβήξω απότομα, να μην σε πάρουν είδηση.
Στιγμή για το φιλί σου, για την αίσθηση που σε κάλυπτε το άρωμά του. Ζαβολιές, σαν κάνω πως δεν κοιτώ, μοιράζεις διπλά και κρατάς τον άσσο για σένα.
Θα αλλάξουμε πόζες, θα γυρίσουμε πλάτη, μα θα με κρατάς από την μέση.
Αυτή την αίσθηση δεν την ξεχνάς.