Τρέχουν παιδιά σε εξοχή, το φως τα λούζει και το τοπίο γίνεται κρυψώνα τους. Κοιτάς τα πρόσωπά τους και χαζεύεις τα χαμόγελα, τα ακούσματά τους. Κουτρουβάλες, λαχάνιασμα και φωνές που ο αέρας φέρνει στα αυτιά σου, όσο μακριά κι αν τρέχουν. Ανάσκελα στο γρασίδι και οι μυρωδιές του αγρού σε κάλυψαν. Ο νους σου σε ταξιδεύει γρήγορα αλλού, στην θάλασσα κι ας μυρίζεις χαμομήλι κι ας είσαι σε πράσινο, γαλάζιος ο ουρανός, μια ζωή θα καθρεφτίζει αλμύρα, νερό.
Τρέχουν παιδιά και βούτηξαν μέσα της, έσπασαν τα κύματα κρατώντας την ανάσα τους. Δεν κοιτάς πια, νιώθεις την δροσιά, ζωγραφίζεις σε καμβά τις ψυχές τους. Μακροβούτια, σκέρτσα και τα σκηνοθέτησες όλα όπως τα θέλησες για εκείνα.
Τρέχουν παιδιά και βούτηξαν μέσα της, έσπασαν τα κύματα κρατώντας την ανάσα τους. Δεν κοιτάς πια, νιώθεις την δροσιά, ζωγραφίζεις σε καμβά τις ψυχές τους. Μακροβούτια, σκέρτσα και τα σκηνοθέτησες όλα όπως τα θέλησες για εκείνα.
2 σχόλια:
καθαρός αέρας φύσηξε, διάφανος..
αναμνήσεις..
:)
ομορφιές!
Δημοσίευση σχολίου